Δευτέρα 11 Μαΐου 2020


Το "Fear Of The Dark" είναι το ένατο άλμπουμ των τεράστιων Iron Maiden και κυκλοφόρησε στις 11 Μαΐου του 1992 από την ΕΜΙ στην Ευρώπη και την Epic στην Αμερική.

Είναι αυτό το άλμπουμ που όλος ο πλανήτης Γη υποκλίθηκε στο μεγαλείο του, όχι για το αν είναι ο καλύτερος δίσκος των Βρετανών (γιατί δεν είναι αλλά αγαπάμε όλα τα άλμπουμ τους), αλλά κυρίως και το σημαντικότερο, γιατί είναι το άλμπουμ που τους έμαθαν όλοι, ακόμα και αυτοί που δεν είχαν καμία σχέση με την heavy metal μουσική.


Το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου, είναι εκείνο που άπαντες θα τραγουδάνε, ακόμα και ο πιο άσχετος με την μπάντα, δεν χρειάζεται να σας θυμίσω γνωστή ελληνική εκπομπή, όπου κατακρεουργήθηκε το συγκεκριμένο τραγούδι. Ή ακόμα τα single του δίσκου όπως τα "Wasting Love", "Be Quick Or Be Dead". Παρόλα αυτά εγώ υποστηρίζω εκείνες τις συνθέσεις όπου στάθηκαν ως κρυφά διαμάντια του δίσκου, όπως τα λατρεμένα "The Fugitive", "Judas Be My Guide", και "Chains Of Misery".Αυτό το άλμπουμ μεγάλωσε και γαλούχησε  πολλές γενιές και αυτό από μόνο του είναι επιτυχία, με τα τραγούδια του δίσκου να αναπαράγονται συνεχώς σε ραδιόφωνο και τηλεόραση  αντίστοιχα.

Σύμφωνα με τον βιογράφο της μπάντας, Mick Wall, το εξώφυλλο του Fear of the Dark απεικονίζει τη μασκότ τους, τον Eddie, "ως ένα είδος δέντρου Nosferatu που φέγγει στο φεγγάρι". Ήταν το πρώτο εξώφυλλο της μπάντας που δεν σχεδιάστηκε από τον Derek Riggs, του οποίου οι συνεισφορές απορρίφθηκαν υπέρ του Melvyn Grant's. Σύμφωνα με τον Rod Smallwood, το συγκρότημα άρχισε να δέχεται συνεισφορές από άλλους καλλιτέχνες "Θέλαμε να αναβαθμίσουμε τον Eddie για τη δεκαετία του '90. Θέλαμε να τον πάρουμε από το είδος του πλάσματος τρόμου κόμικς και να τον μετατρέψουμε σε κάτι πιο απλό, ώστε να γίνει ακόμη πιο απειλητικός." Μετά το "Fear of the Dark" ο Grant δημιούργησε αρκετά περισσότερα εξώφυλλα για τους Iron Maiden, καθιστώντας τον τον δεύτερο καλλιτέχνη εξώφυλλων της μπάντας μετά τον Riggs.



 Μετά την αρνητική εντύπωση που σχημάτισε το συγκρότημα από την ηχογράφηση του "No Prayer for the Dying" σε έναν αχυρώνα στο Έσσεξ με το φορητό στούντιο των Rolling Stones, ο Steve Harris ζήτησε να μετατραπεί ο χώρος σε ένα φυσιολογικό στούντιο, το οποίο ονομάστηκε "Barnyard".

Το συγκρότημα παρουσίασε ποικίλες επιρροές στα τραγούδια του, με το γρήγορο και επιθετικό "Be Quick or Be Dead", το οποίο έγινε και το πρώτο σινγκλ του δίσκου, τη μπαλάντα "Wasting Love" και το επικό ομώνυμο κομμάτι που αποτέλεσε μέρος των ζωντανών εμφανίσεων τους για αρκετά χρόνια, με το "Afraid to Shoot Strangers" να είναι το άλλο τραγούδι τους που επέζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο set list τους.

Το "Fear of the Dark" έγινε ο τρίτος δίσκος του συγκροτήματος που ανέβηκε στην κορυφή των βρετανικών charts, ενώ σκαρφάλωσε στο # 12 του Billboard στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο δίσκος έχει γίνει χρυσός στη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία και τον Καναδά, ενώ συνοδευόταν από τα επιτυχημένα singles "Be Quick or Be Dead" και "From Here to Eternity", το πρώτο εκ των οποίων έφθασε στο # 2 στη Μεγάλη Βρετανία και το Top-20 των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών.


Η περιοδεία για την προώθηση του άλμπουμ ονομάστηκε "Fear of the Dark Tour" και από το άλμπουμ συμπεριλήφθηκαν στο set list τα τραγούδια "Be Quick or Be Dead", "From Here to Eternity", "Wasting Love", "Afraid to Shoot Strangers" και "Fear of the Dark". Μετά από δύο εμφανίσεις στην Αγγλία και την Ισλανδία στις αρχές Ιουνίου του 1992, οι Iron Maiden ξεκίνησαν τη βορειοαμερικανική περιοδεία τους από το "The Ritz" της Νέας Υόρκης, για να συνεχίσουν με 24 εμφανίσεις σε Ηνωμένες Πολιτείες και Καναδά μέχρι τις 17 Ιουλίου. Στα τέλη Ιουλίου έδωσαν πέντε συναυλίες στη Λατινική Αμερική, για να ξεκινήσουν την ευρωπαϊκή τους περιοδεία από το Μάνχαϊμ της Γερμανίας, στις 15 Αυγούστου 1992. Το συγκρότημα πέρασε από το Βέλγιο, τη Δανία, τα σκανδιναβικά κράτη, την Ελβετία, τη Γαλλία και την Ισπανία μέχρι τις 19 Σεπτεμβρίου, ενώ στις αρχές Οκτωβρίου έδωσε έξι συναυλίες στο Πουέρτο Ρίκο, το Μεξικό και τη Βενεζουέλα. Η περιοδεία ολοκληρώθηκε με τρεις εμφανίσεις στη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία και άλλες επτά στην Ιαπωνία, στις αρχές Νοεμβρίου του 1992.



Μετά το τέλος της περιοδείας, ο Bruce Dickinson αποφάσισε να αποχωρήσει από το συγκρότημα για να επικεντρωθεί στην προσωπική του καριέρα. Οι Iron Maiden είχαν προγραμματίσει άλλη μία περιοδεία με τίτλο "A Real Live Tour", από το Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο του 1993, στην οποία ο Dickinson συμμετείχε αλλά κατακρίθηκε για έλλειψη ενδιαφέροντος. Τελικά, ο Bruce Dickinson αποχώρησε από το συγκρότημα δίνοντας την τελευταία του συναυλία στις 28 Αυγούστου 1993 στα Pinewood Studios του Λονδίνου, η βιντεοσκόπηση της οποίας κυκλοφόρησε με τίτλο "Raising Hell".


2 σχόλια: